Πριν από δυόμισι περίπου χρόνια ήρθαμε -μέσω του «Salvadera», Μάιος 2009- σε επαφή με το ξεχωριστό ταλέντο της τότε πρωτοεμφανιζόμενης συγγραφέως Κλαίρης Θεοδώρου. Το Δεκέμβρη του 2011, και πάλι από τις εκδόσεις Μπατσιούλα, κυκλοφόρησε η δεύτερη μυθιστορηματική της δουλειά υπό τον τίτλο «Globus».
Πρόκειται για την παράλληλη εξέλιξη πέντε ασύνδετων μεταξύ τους ιστοριών. Σε κάθε μια από τις ιστορίες αυτές, πρωταγωνιστεί μία γυναίκα. Χωρισμένα σε δέκα πράξεις αυτά τα πέντε “θεατρικά” διαδραματίζονται σε ισάριθμες πρωτεύουσες του πλανήτη. Στην Αθήνα, στη Μόσχα, στο Βερολίνο, στο Ντουμπάι και στην Αβάνα. Ας κάνουμε όμως μια πρώτη γνωριμία μαζί τους, αρχίζοντας φυσικά από την Αθήνα μας…
Στην ελληνική πρωτεύουσα βρέθηκε η Μαρίνα, μετά από τις πανελλαδικές εξετάσεις, ως φοιτήτρια της Νομικής. Μεγαλωμένη στη Χίο, από παιδί ακόμα είχε ένα συγκεκριμένο όνειρο…
…
Η μοναδική σκέψη που στροβιλιζόταν όμως στο μυαλό μου καθημερινά όσο μεγάλωνα και στη συνείδηση όλων των συνομηλίκων μου άλλωστε ήταν πως θα ξεφύγουμε από την περιορισμένη και κολλημένη αυτή επαρχιώτικη κοινωνία, πως θα βρεθούμε στην πρωτεύουσα με τις ατελείωτες δυνατότητες, τους χώρους διασκέδασης και την πολυπόθητη ανωνυμία, που σου προσφέρει κατά συνέπεια και την ύψιστη ελευθερία.
Το εισιτήριο για μένα ήρθε με τη μορφή των σπουδών.
…
…μετά από κοπιαστικό διάβασμα στις δύο τελευταίες τάξεις του Λυκείου τα κατάφερε. Η νεαρή κοπέλα από την επαρχία βρέθηκε επιτέλους στον κυκεώνα και στη βοή της μεγαλούπολης, γεμάτη όνειρα για μια υπέροχη ζωή που ξανοιγόταν μπροστά της.
Επόμενη στάση μας η πρωτεύουσα της Ρωσίας. Εκεί, στην επιβλητική Μόσχα, ζει άλλη μια γυναίκα που από μικρό παιδί είχε ένα όνειρο, αν και διαφορετικό από αυτό της Μαρίνας. Η Όλγα ήθελε απεγνωσμένα να συναντήσει και να ζήσει την ζωή της με… τον μεγάλο έρωτα!
…
Η οικογένεια μου, οι φίλοι, το σχολείο, οι σπουδές ήταν για μένα πράγματα κενά, μεταβατικά στάδια, σκαλοπάτια προς τον ιερό μου στόχο. Φυσικά και στον ερωτικό τομέα οι απογοητεύσεις και τα χτυπήματα ήταν πολλά. Κάθε φορά που γνώριζα κάποιον -και πιστέψτε με γνώρισα πολλούς- μια φωνούλα έλεγε μέσα μου βαθιά ότι ίσως είναι αυτός που ψάχνω.
…
Μην καθυστερούμε όμως, έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας. Θα κατεβούμε λίγο νοτιότερα στην ενωμένη πλέον Γερμανία και πιο συγκεκριμένα στο Βερολίνο. Στην διχασμένη -μέχρι το Νοέμβρη του 1989- πόλη. Θυμάστε τα γεγονότα εκείνων των ημερών; Δώδεκα ετών ήταν τότε η Λότε. Με την στήριξη των γονιών και των συγγενών της πέρασε στον δυτικό τομέα θέλοντας να χτίσει το μέλλον της σε ένα τόπο πιο “φωτεινό” από εκείνον που γεννήθηκε. Κόπιασε, τελείωσε το σχολείο, σπούδασε αρχιτέκτονας και τελικά, δεν τα κατάφερε κι άσχημα…
…
Δεν είχα τελειώσει καλά καλά το master, όταν με τη βοήθεια ενός καθηγητή μου κατάφερα να πάρω υψηλή θέση σ’ ένα από τα μεγαλύτερα αρχιτεκτονικά γραφεία της πόλης. Πρώτος μισθός πέντε χιλιάδες ευρώ καθαρά. Δεν πίστευα στα μάτια μου. Για τη μικρή Ανατολικογερμανίδα που υπήρξα, το ποσό αυτό αποτελούσε άπιαστο όνειρο, σωστή ουτοπία.
…
Ας αφήσουμε όμως, προσωρινά, την Λότε στο Βερολίνο και να επιβιβαστούμε σε ένα από αυτά τα μεγάλα Boeing. Προορισμός μας το γεμάτο άρωμα ανατολής Ντουμπάι. Την πόλη που γεννήθηκε και μεγάλωσε η Αΐσα. Μια πανέξυπνη γυναίκα που αν και άριστη μαθήτρια, της απαγορεύτηκε λόγω φύλου να σπουδάσει στο πανεπιστήμιο. Σε ηλικία δε 17 ετών επέλεξαν για εκείνη και τον σύζυγο της, χωρίς φυσικά να την ρωτήσουν. Όμως…
…
Όταν ο γαμπρός σκοτώθηκε μέσα στην πανάκριβη Lamborghini του, τη νύχτα πριν από το γάμο, ντράπηκα για την ανακούφιση που πλημμύρισε το είναι μου. Βέβαια η τύχη μου δεν έμελλε να είναι πολύ καλύτερη από αυτήν της υποδουλωμένης συζύγου. Άτυπα και σιωπηλά μου αποδόθηκε το στίγμα της γρουσούζας και το πεπρωμένο μου εγκλωβίστηκε στους τέσσερις τοίχους του σπιτιού μου. Θα αποτελούσα πλέον το αποκούμπι των γονιών μου για τα γεράματα τους.
…
Πέσαμε στα στενόχωρα, ε; Και που να δείτε τι περνάει η Κάρμεν στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, στην σαγηνευτική Αβάνα, και στο διόλου σαγηνευτικό σπίτι της, που μένει μαζί με τον άντρα της τον Χουάν…
…
Κάθε μέρα ξυπνούσε πλέον αργά το μεσημέρι, πολλές φορές αφού είχα επιστρέψει εγώ από την πρωινή μου δουλειά.
Και το σκηνικό καθημερινά ήταν το ίδιο. Γκρίνια και βρίσιμο μέχρι να ανοίξει το μάτι του για τα καλά, καθώς απαιτούσε να τα έχει όλα έτοιμα στο χέρι. Φρέσκο σπιτικό φαγητό, γιατί ποτέ δεν δεχόταν να φάει δεύτερη φορά τα φαγητά που είχαν απομείνει από την προηγούμενη, καθαρά και φρεσκοσιδερωμένα ρούχα, χρήματα για τις προσωπικές του ανάγκες και πάνω απ’ όλα για το χασίς που κάπνιζε μανιωδώς σε όλες τις γνωστές και μη παραλλαγές του, ξοδεύοντας υπέρογκα ποσά για να το προμηθευτεί και για το καλύτερης ποιότητας ρούμι, που έμοιαζε πλέον να κυλά αποκλειστικά στις φλέβες του.
…
Αφηγήτριες στις ίδιες τους τις ιστορίες, οι πέντε γυναίκες ξεκινούν την ξενάγηση μας στον κόσμο τους με την φράση «Αύριο κλείνω τα τριάντα». Τέσσερις λέξεις που κλείνουν μέσα τους θλίψη και αγωνία. Πρόσφατες επιλογές αλλά και άλλες από το παρελθόν, μαζί με τον χαρακτήρα και τις συνθήκες διαβίωσης τους, τις έχουν οδηγήσει σε ένα αδιέξοδο, συναισθηματικό ή μη. Σε ένα τέλμα από το οποίο πρέπει οπωσδήποτε να δραπετεύσουν, αν θέλουν να ζήσουν υπό καλύτερες συνθήκες.
Είμαι σίγουρος ότι από τις πρώτες σελίδες θα τις λατρέψετε και θα σταθείτε στο πλευρό τους μέχρι το τέλος, που βρίσκεται κάπου 450+ σελίδες μακριά. Όσο κυλούν οι ιστορίες η αγωνία για το ποια θα είναι η κατάληξη αυξάνεται συνεχώς με κορύφωση τα πρώτα βήματα της νέας τους ζωής όπου θα διαβάζετε το βιβλίο με αυξημένους καρδιακούς παλμούς.
Οι τολμηρές ερωτικές σκηνές καθώς και οι γλαφυρές εικόνες από τις πέντε πόλεις, που έχει τοποθετήσει το μυθιστόρημα της η Κλαίρη Θεοδώρου, προσθέτουν δύο ακόμα στοιχεία στο βιβλίο χωρίς όμως να μειώνουν στο ελάχιστο το βασικό του πλοτ. Θα μπορούσα να πω ότι είναι το “γευστικό επιδόρπιο” σε ένα εξαίσιο “γεύμα” που έχει ως κύριο πιάτο τον αγώνα μιας γυναίκας να σπάσει τα δεσμά που είτε το περιβάλλον είτε εκείνη η ίδια έχει τοποθετήσει στην ζωή της. Με τα δεύτερα, πολλές φορές να είναι πιο βάναυσα και δύσκολα στη διάρρηξη τους από τα πρώτα. Τι; Ακόμη εδώ είστε και δεν έχετε τρέξει στο πλησιέστερο βιβλιοπωλείο;;;
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου μεταφέρουμε:
Πέντε γυναίκες στο κατώφλι των τριάντα, πέντε διαφορετικές πόλεις, πέντε διαφορετικές ιστορίες. Ή μήπως μία; Τόσο ξένες μεταξύ τους και τόσο όμοιες παράλληλα. Τα πρέπει τους άλλα, οι κοινωνικές τους επιταγές αντίθετες, τα θέλω και οι επιθυμίες τους όμως, όπως και οι αντιξοότητες και οι αδικίες που δεν επέλεξαν αυτές, είναι εντέλει τα ίδια. Η Αΐσα, η Λότε, η Μαρίνα, η Όλγα και η Κάρμεν έχουν η καθεμία τη δική της προσωπικότητα, τα ατομικά βιώματα και τις εμπειρίες τους, κοινό χαρακτηριστικό όλων τους όμως το θάρρος. Τολμούν να ριψοκινδυνεύσουν αναζητώντας την ευτυχία, να αλλάξουν και να δουν με τα μάτια της καρδιάς τους. Γιατί παρά τα προβλήματα και τις δυσκολίες και την προδιαγεγραμμένη πορεία, που πολλές φορές νομίζουμε ότι ακολουθούμε, είμαστε εμείς εκείνες που ορίζουμε τη μοίρα, το “κισμέτ” μας. Και σημασία δεν έχουν τα γεωγραφικά μήκη και πλάτη αλλά οι συντεταγμένες της ίδιας της ψυχής. Είτε στην Αθήνα, στο Βερολίνο, στην Αβάνα, στη Μόσχα είτε στο Ντουμπάι είναι η αγάπη και η ανάγκη για ελευθερία και δημιουργία, καθώς και τα όνειρα τα αδιόρατα νήματα που διέπουν τη ζωή μας. Και ο φόβος; Ναι, ο φόβος υπάρχει πάντα στη γυναικεία ιδιοσυγκρασία. Συγκατοικεί όμως με το εσωτερικό φως και την ελπίδα, που κρύβονται μέσα σε καθεμιά από εμάς και τελικά μεταμορφώνεται, μεταλλάσσεται σε κινητήρια δύναμη, που δεν γνωρίζει φραγμούς και εμπόδια και δεν επιτρέπει σε κανέναν να ανακόψει την πορεία της. Γιατί στο τέλος της διαδρομής βρίσκεται πάντα όχι αναγκαστικά η ευτυχία, σίγουρα όμως η ισορροπία και η εναρμόνιση – με τον εαυτό μας, τους γύρω μας και με το σύμπαν.