Μικρές Πατρίδες
Εκδόσεις Παρουσία, 2015
Σελ. 510
Ο δημοσιογράφος Ηλίας Προβόπουλος τιμά την μνήμη των προγόνων των κατοίκων της Νεράιδας (Σπινάσα Δολόπων) της Ορεινής Καρδίτσας και δείχνει τον πρέποντα σεβασμό στις ευαισθησίες και την υπόσταση των απογόνων τους.
Στ’ Άγραφα, στον Μέγδοβα, είναι όμορφος ο τόπος, γεμάτος βουερά ποτάμια και ζωντανά αρχέγονα δάση, βαθιά λαγκάδια, αναρίθμητες κρυφές σπηλιές, πηγές κελλαρυστές, πυκνή βλάστηση, έλατα και πλατάνια, κρύα και πεντακάθαρα νερά, βάραθρα του Μέγδοβα, πέτρινα γεφύρια, ανηφορικά καλντερίμια. Κρυσταλλιασμένος τόπος από τη βραδινή πάχνη, μοιάζει μαγευτικά μοναχικός και σιωπηλός. Ο αέρας ψιθυρίζει μέσα από τα χαλάσματα, τα μυστικά του αρχέγονου τούτου τόπου. Σε αυτόν εδώ τον τόπο ο χρόνος μοιάζει να έχει παγώσει, μέσα στα αρχέγονα δάση, τις ορεινές κοιλάδες και τα ρυτιδιασμένα χωριά, που κάποτε στέγαζαν τις ζωές και τα όνειρα των ανθρώπων. Σε τούτη τη ξεχωριστή γωνιά της Καρδίτσας μπορείς να περιπλανιέσαι επί ώρες μέσα στην ανέγγιχτη ορεινή φύση. Τα εντυπωσιακά σπίτια μαρτυρούν τον πολιτισμό και την ιστορία της Νεράιδας, μιλούν για το μπαρουτοκαπνισμένο παρελθόν της. Ωστόσο, είναι οι άνθρωποι της αυτοί που κάνουν τη διαφορά. Αν και λυγισμένοι από τη σκληρή ζωή του ξομάχου, παρ’ όλα αυτά περήφανοι, ευγενικοί και καρτερικοί, δεν θα ξεχάσει ο συγγραφέας ποτέ την καθαρή τους ματιά, που αξίζει όσο χίλιες λέξεις και τις ζωντανές διηγήσεις τους που είναι καλύτερες και από ένα σωρό βιβλία… Η φύση επούλωσε ολοκληρωτικά τις «πληγές» που άφησαν οι οβίδες και οι βόμβες ναπάλμ, που πριν από 68 χρόνια κατέκαψαν δάση, χωριά και ανθρώπους. Έμειναν μόνο τα σημάδια πάνω στα παλιά πλινθόκτιστα σπίτια, οι τρύπες από τα πολυβόλα και τα αεροπλάνα, που «γάζωναν» καθημερινά τις θέσεις των ανδρών του Δ.Σ., αλλά και τα τραύματα στις ψυχές των ανθρώπων, που βίωσαν με τον πιο τραγικό τρόπο, εκείνους τους σκληρούς καιρούς.
Δεν είναι εύκολος τόπος τ’ Άγραφα. Αλλά και τίποτα δεν είναι η Καρδίτσα, δίχως τα βουνά της. Η ψυχή κι η αναπνοή της, η καρδιά και η μυρωδιά της. Η ζωή της όλη είναι τα όρη της. Τ’ Άγραφα. Όρη που γέννησαν θεούς (όπως τον Ακραίο Δία κ.α.) και ημίθεους, ληστές, φυγάδες, κλέφτες, αμαρτωλούς, Κατσαντώνηδες, ανέθρεψαν ανθρώπους ανυπότακτους, που αφήσανε ανεξίτηλα τα ίχνη τους στην Ιστορία. Οι άνθρωποι που μείνανε σε αυτά τα απάτητα βουνά και στα χωριά των Αγράφων δεν μιλάνε πολύ. Ο συγγραφέας κατόρθωσε μετά από πολύ προσπάθεια να πάρει συνεντεύξεις και μαρτυρίες, για γεγονότα και πρόσωπα πριν τον πόλεμο του 1940, τι υπέστησαν κατά τη φοβερή δεκαετία που ακολούθησε, πως πέρασαν στην τρίχρονη εξορία στον Παλαμά και στον κάμπο της Καρδίτσας και πως κατάφεραν σαν επέστρεψαν να ξαναφτιάξουν τα σπίτια, να κάνουν οικογένειες και να αναστήσουν πάλι την μικρή τους πατρίδα.
Ο συγγραφέας διεμβολίζει το παρελθόν, έχοντας πάντοτε στο μυαλό του ότι τόσο η Ιστορία όσο και το μυθιστόρημα αναζητούν την αλήθεια, αλλά μια αλήθεια διαφορετική: η Ιστορία αναζητεί μια συγκεκριμένη και τεκμηριωμένη αλήθεια –τι συνέβη σε καθορισμένους ανθρώπους σε καθορισμένο τόπο και χρόνο- ενώ το μυθιστόρημα αναζητεί μια αλήθεια ηθική, οικουμενική -τι συμβαίνει σε όλους τους ανθρώπους σε οποιαδήποτε τόπο και χρόνο.
Ο Ηλίας Προβόπουλος επιστρατεύει αντικείμενα, παλιά χαρτιά, φωτογραφίες, χειρονομίες, μύθους και άλλα εκφραστικά μέσα, για να περιγράψει αυτό το χωριό των Αγράφων, την Νεράιδα-Σπινάσα Δολόπων. Στο βιβλίο αυτό συναντιούνται μαρτυρίες, αφηγήσεις, επιθυμίες, όνειρα, σήματα και πράγματα, μάτια, άγρια βουνά, η φοβερή Βουλγάρα και οι νεκροί της Σπινάσα. Οι συγκλονιστικοί γόοι του κλαρίνου του Ηλία Καραμέτου κάνουν τα γύρω βουνά των Αγράφων και τις πέτρες να ραγίζουν, λες και είναι ένα μοιρολόι κι ένας ασυγκράτητος θρήνος, για τα βάσανα αυτού του μαρτυρικού τόπου. Δύσκολες αναμνήσεις. Από ανθρώπους που είχαν σημαντικές προσωπικές απώλειες, σύννεφα, αλλά και πολύ δυνατούς ήλιους. Μίλησε ο συγγραφέας με ανθρώπους σοφούς, που είχε την τύχη να συναντήσει και να του μαρτυρήσουν και να του διδάξουν πολλά. Ο συγγραφέας είναι ένας γεμάτος και πολύ τυχερός άνθρωπος. Εξιστορεί την ιστορία αυτών των ανθρώπων, που κατοικούν πάνω σε αυτά τα προγονικά χώματα, σαν «σκιές ονείρων». Συλλέγει επί χρόνια ένα μεγάλο υλικό από την Νεράιδα των Αγράφων και τους ανθρώπους της και μετά προσπαθεί να βάλει όλα αυτά τα θραύσματα σε μια ισορροπία.
Ο Ηλίας Προβόπουλος επιχειρεί μια ανασκαφή, όχι όμως σαν τις αρχαιολογικές, αλλά μια άλλη. Μια ανασκαφή στην οποία αναζητεί να βρει ψήγματα και θραύσματα ενός πολιτισμού και ενός παρελθόντος, που μοιάζει να χάθηκε παντοτινά. Ψάχνει να ανακαλύψει εκείνα τα δυσδιάκριτα νήματα, που συνδέουν αυτές τις ορεινές πατρίδες του παρελθόντος με τη δική μας. Κι αυτό συντελείται μέσω μιας ποιητικής διαδρομής που αναφέρεται στον τόπο και τους ανθρώπους, που τον κατοίκησαν. Γιατί ο τόπος δίχως τους ανθρώπους παύει να είναι τόπος. Είναι όλο αυτό το φορτίο του μύθου και της ιστορίας που κουβαλά αυτός ο τόπος των Αγράφων, σε συνδυασμό με τον ίδιο τον χώρο. Το να ανακαλύψει ο συγγραφέας την ιστορία αυτού του τόπου είναι μέρος της αναζήτησης της ταυτότητας. Το πιο σημαντικό είναι ότι βρήκε ένα δρόμο για να αφηγηθεί την ιστορία αυτού του τόπου. Μέρος της δουλειάς του είναι το πως διαχειρίζεται τη μνήμη…
Σκάβει, ο Ηλίας Προβόπουλος, σε χώματα που γνωρίζει, ψηλαφεί ρίζες που έχει δει και συνειδητοποιεί ότι υπάρχουν καρποί, που θα γεννήσουν κάτι νέο. Ίσως.
Μικρά κείμενα,μικρά αφηγήματα, παλιές ιστορίες, ειπωμένα από πρόσωπα οικεία, που δεν έχουν τίποτα υπερβολικό να επιδείξουν, σε ζαλώνουν στοργικά στον ώμο και σε ταξιδεύουν στα χιονισμένα και αέναα Άγραφα. Ο συγγραφέας είναι τρυφερός και επιεικής μαζί τους. Οι απλοί άνθρωποι της περιοχής καταθέτουν προσωπικές αναμνήσεις και κρίσεις, με μια γλώσσα ιδιωματική, που ξεκολλά ολάκερες τούφες χιονιού από τις πλαγιές της Μπέσια και του Κύφου, αποκαλύπτοντας πείνα, φτώχια, ξεριζωμούς, πολέμους, εξορίες, κατατρεγμούς, τρόμους, φόβους και φανερώσεις. Όλα αυτά κάνουν το βιβλίο να μοιάζει με εκείνες τις ιστορίες, που όλοι μας έχουμε ακούσει και ξανακούσει και που ποτέ δεν θα βαρεθούμε να ακούμε…
Ο Ηλίας Προβόπουλος γράφει με διαύγεια, σαφήνεια, ακρίβεια και ομορφιά μοναδική. Θαυμάσιες φωτογραφικές εικόνες και στοχαστικός λόγος πλέκονται με εξαιρετική επιδεξιότητα σε ένα ενιαίο και αλληλοσυμπληρούμενο σύνολο. Ρέουν απλά και ήρεμα, όπως κυλάει το νερό του Μέγδοβα και του Σαραντάπορου στις κοίτες τους.
Ένα συναρπαστικό και συγκινητικό βιβλίο, βουτηγμένο στην Ιστορία και τις μνήμες. Ένα βιβλίο για την επιβίωση, την αθωότητα, την επιείκεια και την ανθρωπιά, αλλά ταυτοχρόνως και τη βαρβαρότητα μιας πέτρινης εποχής, που σάρωσε την Ελλάδα. Διαβάστε το.
Ο Ηλίας Προβόπουλος είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Ζει στην Αθήνα.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου μεταφέρουμε:
Οι δυνατές βάσεις από ένα μεγάλο πέτρινο τόξο που γεφύρωνε τον Μέγδοβα κάτω από το χωριό Νεράιδα (Σπινάσα) είναι ό,τι έχει απομείνει από το ονομαστό Μέγα Γεφύρι, το πιο σημαντικό του αρχαίου βατού δρόμου που ένωνε κάποτε την Αιτωλία με τη Θεσσαλία. Η ανατίναξή του, τον Ιούνιο του 1949, με εντολή μάλιστα ενός ευρυτάνα ανώτερου αξιωματικού και σε εποχή όπου οι πολεμικές συγκρούσεις με τους αντάρτες του ΔΣΕ στην περιοχή είχαν τελειώσει, αποτελεί και την αρχή για την παρακμή ολόκληρης της περιοχής, ενώ, μέχρι σήμερα, στις αιτήσεις των κατοίκων της Νεράιδας και των χωριών της Ευρυτανίας απέναντι για τη γεφύρωση του ποταμού καμία Αρχή της πολιτείας δεν έχει δώσει ακόμη θετική απάντηση