Δεκαετία του 80, Κρήτη
Στο Ηράκλειο, μέσα σε ένα λεωφορείο, συναντήθηκαν για πρώτη φορά η Ζωή και ο Αλέξανδρος. Εκείνη στα 22 της, σπούδαζε λογιστικά. Εκείνος ζωγράφος στο επάγγελμα και στην τέχνη βρισκόταν στο τέλος της τέταρτης δεκαετίας της ζωής του. Τα συναισθήματα που τους ένωσαν ήταν αυτό που λέμε “έρωτας με την πρώτη ματιά”.
Έτσι, χωρίς να το σκεφτούν, αυτόματα, ξεκίνησαν μια πολύ δυνατή σχέση. Η Ζωή κατέθεσε σε αυτή τη σχέση, ό,τι πολυτιμότερο είχε… την παρθενία του σώματος και της καρδιάς της. Αλλά και ο Αλέξανδρος, δόθηκε σε εκείνη ψυχή τε και σώματι.
Δυστυχώς όμως, για τους δύο ερωτευμένους, στη ζωή και στον περίγυρό τους υπήρχαν ο θείος, ο ξάδερφος και η μητέρα της Ζωής. Τρεις άνθρωποι που ύψωσαν ανυπέρβλητα εμπόδια με σκοπό να μην επιτρέψουν στους δύο ερωτευμένους να χαρούν μια φυσιολογική σχέση.
Ένας κόσμος απαγορεύσεων -ίσως και εξ’ αιτίας των κοινωνικών συνθηκών- σκοτείνιασε τον ουρανό της Ζωής και του Αλέξανδρου. Θα καταφέρει ο φάρος του δυνατού έρωτά τους να διαλύσει τα σκοτάδια ή θα υποχρεωθούν σε μια συγκαταβατική ζωή ο ένας μακριά από τον άλλον;
Απάντηση σε αυτό το ερώτημα θα σας δοθεί όταν διαβάσετε το «Αύριο, νυχτώνει φθινόπωρο» της Χαρούλας Βερίγου που κυκλοφόρησε το 2014 από τις εκδόσεις Φίλντισι.
Αυτό που θα σας μαγέψει από την πρώτη στιγμή στο εν λόγω ανάγνωσμα είναι ο μεστός, σχεδόν ποιητικός λόγος της συγγραφέως.
…
Βρέχει και μ’ αρέσει. Πάντα, όταν βρέχει βολεύεται η ψυχή μου καλύτερα. Αισθάνομαι πιο κοντά στην ουσία της ζωής και στην αλήθεια, ακόμη κι όταν μελαγχολώ και δεν λυπάμαι, γιατί η βροχή είναι προσευχή στην αγιοσύνη της μνήμης και λύτρωση. Βρέχει, τόσο απλά για να υπογραμμίζεται η μοναξιά και να ξεκλειδώνεται μαγικά με μια μόνο ψιχάλα η θύμηση.
…
Ένας λόγος που βρίθει εικόνων και συναισθημάτων, που αδράχνει τον αναγνώστη και τον μεταφέρει σε ένα άλλο, διαφορετικό, υπέροχα λογοτεχνικά, πλασμένο κόσμο.
Πιστεύοντας ότι θα το απολαύσετε όσο κι εγώ, σας προτείνω να αναζητήσετε το «Αύριο, νυχτώνει φθινόπωρο» της Χαρούλας Βερίγου και να αφεθείτε στα ταραχώδη κύματα που έζησαν η Ζωή και ο Αλέξανδρος για ένα μικρό αλλά ιδιαιτέρως σημαντικό κομμάτι της ζωής τους. Καλή ανάγνωση.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου μεταφέρουμε:
Έρωτας γητευτής, με στοιχεία επικά στα μάτια της, εκείνος που έρχεται για να βρίσκει το φθινόπωρο ουρανό. Αποκτά και δίδει νόημα στη Ζωή. Ξυπνά από την άφεγγη νύχτα και κλείνει ξανά, ραντεβού με το φως, στα μάτια του.
Στα μάτια του Αλέξανδρου, τα γεμάτα μελαγχολία και μυστήριο όλα είναι ξεκάθαρα: Τα δικά της, συχνά γεμίζουν νυχτερίδες και σκοτεινιάζουν από φόβο.
Η εξαιρετική ελευθερία που αντλεί από τον Έρωτα θα την οδηγήσει σε συγκρούσεις. Για τη Ζωή, είναι δεδομένο πως η ικανότητα της ανθρώπινης φύσης να αλλάζει και να εξελίσσεται, είναι ατελής χωρίς τον Έρωτα, την Τέχνη και την Αγάπη.
Για τη μητέρα της πάλι, ακριβώς το αντίθετο. Πρόσωπα του οικογενειακού περιβάλλοντος είναι αυτά, που θα επιβεβαιώσουν την πραγματικότητα του κακού, όταν τυφλωμένοι από μίσος, δεν θα διστάσουν να παραδώσουν στις φλόγες το ατελιέ του Αλέξανδρου και να χτυπήσουν ανελέητα τον ίδιο.
Η πλοκή εξελίσσεται μέσα από έντονη συναισθηματική φόρτιση, με ακραίες σκηνές οικογενειακής βίας. Θα ζήσουν όμως και οι δυο τους, στιγμές πρωτόγνωρες, σε μια εξιδανικευμένη ερωτική συνάντηση, εκεί που ο ενθουσιασμός και η περηφάνια συναντιούνται με το ήθος και την ψυχική ολοκλήρωση. Η συνείδηση θα φέρει μεγαλύτερο πόνο από τον ίδιο τον όλεθρο και την απώλεια στη Ζωή. Μετά από μια αποτυχημένη απόπειρα αυτοκτονίας, θα επαναπροσδιορίσει τους στόχους της.
Υπακούει στην εσωτερική επιταγή να συνεχίσει το δρόμο της, αλλά χωρίς τον Αλέξανδρο. Φεύγει, γνωρίζοντας καλά, πως όποιος έχει ρισκάρει να ερωτευτεί αληθινά, μπορεί να ζήσει διεκδικώντας μια θέση στο μέλλον, γιατί ο Έρωτας δεν είναι μόνο το μέσον κατανόησης της ψυχής, αλλά και το όχημα να ταξιδέψεις. Στην καρδιά της, που δε περιορίζεται από τον ανθρώπινο παράγοντα και το χρόνο, θα κρατήσει για πάντα την εικόνα του.