Άσπρο κάτασπρο πουλί
Κάτασπρο εγώ είμαι πουλί
λεύτερο έχω γεννηθεί
πετώ στο μπλε του ουρανού
και στο μαβί του δειλινού.
Κάνω γύρo και στις πόλεις
βουτώ στη γυάλα της φορμόλης
μοιάζουν οι άνθρωποι εκεί
γκρίζοι, θλιμμένοι ποντικοί.
Πετάω πάλι μες τη φύση
πράσινο έχω λαχταρήσει
πράσινο, γαλάζιο και μενεξελί
λεύτερο εγώ είμαι πουλί. |
|
Ζωγραφική
Πάρε συ ένα πινέλο
εγώ θα φέρω τη μπογιά
κι έλα να βάλουμε στους τοίχους
τη δική μας πινελιά.
Ένα χαμόγελο μεγάλο
και δυο μάτια όλο χαρά
έτσι θα διώξουμε το γκρίζο
θα σβήσουμε την καταχνιά.
Ζωγράφισε λίγο γαλάζιο
βάλε το πράσινο πιο κει
έλα, δείξε μου τον ήλιο
να σου δείξω τη βροχή.
Φτιάξε χώρο για το Μάη
κάνε την Άνοιξη πιο φωτεινή
δώσε και στο καλοκαίρι
λίγη αύρα δροσερή.
Όχι μη σβήνεις το χειμώνα
δικός μας είναι κι αυτός
ζωγράφισε μιαν ανεμώνα
και θα γίνει ανθιστός. |
|
Παλικάρι της φακής
Κόκκινη κλωστή δεμένη
ο Κυριάκος περιμένει
τη μαμά απ' τη δουλειά
να του βρει τη φορεσιά
Κείνη που' χει στο πατάρι
το γιλέκο, το ζωνάρι
να ζωστεί και το σπαθί
πώπω! πίσω του στρατοί
Βλέπει ν' ακολουθούν πιστοί
τη δική του διαταγή
Με το χέρι υψωμένο
"δεν μπορώ να περιμένω
τη μαμά για να γυρίσει
και στρατάρχη να με ντύσει"
λέει με γκρίνια ο Κυριάκος
και ορμά προς το πατάρι
δίχως φως, χωρίς φανάρι
Μα εκεί πάνω ω! Θεοί
τσούρμο παν οι ποντικοί
είναι όλοι τους θρεμμένοι
και πολύ αγριεμένοι
Κι ο Κυριάκος φοβισμένος
που δεν ήταν οπλισμένος
πώς πηδά απ' το πατάρι
της φακής το παλικάρι.
|
|
Το ποδήλατό μου
Κάνω ορθοπεταλιά
ψηλά πετάω στα βουνά
από κοντά και μία σούζα
όπα! σκοντάφτω στην πελούζα
πλάι στον ήλιο στο φεγγάρι
λάμπει σαν μαργαριτάρι
πάνω στης θάλασσας το κύμα
δίτροχο είναι μοιάζει ποίημα
τσουπ! προσγειώνομαι στο δρόμο
χαιρετώ τον τροχονόμο
πίσω, γυρνώ πάλι στο σπίτι
μέσα στο φως τ' αποσπερίτη.
|
|
|