Άγιος Ιωάννης ο Καλυβίτης. Βίος
Ο Άγιος Ιωάννης ο Καλυβίτης, γόνος εύπορης και ευσεβούς οικογένειας, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη γύρω στο 460 μ.Χ. Οι γονείς του, ο συγκλητικός Ευτρόπιος και η Θεοδώρα, ήταν ομόζυγοι και ομότροποι, διακρινόμενοι για την αγάπη και την ενότητα που τους χαρακτήριζε. Ο Άγιος, ο νεότερος από τα τρία παιδιά της οικογένειας, από μικρή ηλικία έδειξε έντονο ενδιαφέρον για τη μελέτη των Ιερών Γραφών. Σε ηλικία μόλις δώδεκα ετών, η συνάντηση του με έναν ζηλωτή μοναχό της Μονής των Ακοιμήτων, ο οποίος επέστρεφε από τα Ιεροσόλυμα, άναψε μέσα του τη φλόγα του μοναχισμού.
Η επιθυμία του να αφιερώσει τη ζωή του στον Κύριο έγινε αμετάκλητη, παρά την αγάπη και τη στοργή που έτρεφαν οι γονείς του για εκείνον. Ζήτησε από τους γονείς του να του χαρίσουν ένα Ευαγγέλιο, και εκείνοι, ικανοποιώντας την επιθυμία του, του προσέφεραν ένα πολύτιμο, χειρόγραφο, ολόχρυσο Ευαγγέλιο. Η χαρά του Ιωάννη ήταν απερίγραπτη.
Γνωρίζοντας τον συναισθηματισμό των γονέων του, ο Άγιος συνεννοήθηκε με τον μοναχό να αναχωρήσουν κρυφά για τη Μονή των Ακοιμήτων. Με πρόσχημα ένα ταξίδι με φίλους, ζήτησε από τη μητέρα του χρήματα, λαμβάνοντας εκατό νομίσματα και έναν υπηρέτη για συνοδό. Έδωσε τα χρήματα στον καπετάνιο ενός πλοιαρίου και, την κατάλληλη στιγμή, επιβιβάστηκε κρυφά μαζί με τον μοναχό. Ο υπηρέτης, μη γνωρίζοντας την αλήθεια, άρχισε να αναζητά τον Ιωάννη για να τον οδηγήσει στους φίλους του, όπως νόμιζε. Όταν έγινε αντιληπτή η εξαφάνιση του, οι γονείς του, απαρηγόρητοι, έστειλαν υπηρέτες σε όλη την πόλη, αλλά μάταια. Ο Άγιος παρέμεινε άφαντος, βυθίζοντας τους γονείς του σε βαθιά θλίψη.
Μετά από τρεις ημέρες, το πλοιάριο έφτασε στη Μονή των Ακοιμήτων. Ο Ιωάννης, με χαρά και ευγνωμοσύνη, προσκύνησε στο καθολικό, υποτάχθηκε στον Ηγούμενο, χαιρέτησε ταπεινά τους αδερφούς και εξέφρασε την έντονη επιθυμία του να ενδυθεί το Αγγελικό Σχήμα.
Ο έμπειρος Γέροντας αρχικά δίστασε, λόγω της νεαρής ηλικίας του Ιωάννη, μόλις δώδεκα ετών. Του τόνισε τις δυσκολίες και τη στενότητα του δρόμου της αυταπάρνησης που επέλεξε. Ωστόσο, οι θερμές, δακρύβρεχτες παρακλήσεις του Ιωάννη, η αποφασιστικότητα και ο ένθεος ζήλος του, τον έπεισαν.
Ο Ιωάννης κείρεται μοναχός, δεχόμενος τη χάρη του Αγίου Πνεύματος και τις ευχές του Ηγούμενου για νικηφόρες μάχες κατά του Διαβόλου. Για έξι ολόκληρα χρόνια, ο Άγιος αγωνίζεται σκληρά. Επιδίδεται σε αυστηρές νηστείες, αδιάλειπτες προσευχές, ολονύκτιες αγρυπνίες, εξουθενωτικές ασκήσεις και εντατική μελέτη των Ιερών Γραφών. Εργάζεται ακατάπαυστα, υπακούει αναντίρρητα, υπομένει ταπεινά και αγωνίζεται με ζήλο, φτάνοντας σε υψηλά επίπεδα αρετής. Η νεανική του μορφή μεταμορφώνεται σε μια ασκητική φιγούρα.
Ο εχθρός της ψυχής, ο Διάβολος, βλέποντας την πνευματική πρόοδο του Ιωάννη, φθονεί και προσπαθεί να τον προσβάλει. Του ενσπείρει λογισμούς, θυμίζοντας του τους γονείς, τους φίλους και την άνετη ζωή που άφησε πίσω. Η καρδιά του Ιωάννη φλέγεται, το σώμα του λιώνει. Στον άγριο πόλεμο που δέχεται, ο Άγιος αντιπαραθέτει ένθερμη προσευχή στον Κύριο και σκληρή καταπόνηση του σώματος, το οποίο γίνεται σκελετωμένο. Εξομολογείται στον Ηγούμενο τον αμείλικτο πόλεμο που δέχεται από τον εχθρό. Ο Γέροντας, λυπημένος και συγκινημένος, υποχωρεί και επιτρέπει στον Ιωάννη να αναχωρήσει, δίδοντας του την ευλογία του και συνοδεύοντας τον με θερμές προσευχές.
Ο Ιωάννης, με τη σθεναρή απόφαση να μην αποκαλυφθεί στους γονείς του, αναχωρεί. Καθώς βαδίζει, κλαίει και ικετεύει τον Κύριο να τον συμπαρασταθεί, να τον ενισχύσει και να τον οδηγήσει σε αυτόν τον δύσκολο αγώνα. Στην πορεία του, συναντά έναν ρακένδυτο μοναχό. Ανταλλάσσουν τα ενδύματα και, αφού λαμβάνει τις ευχές του, συνεχίζει μόνος του την πορεία προς το πατρικό του.
Φτάνοντας κοντά στο σπίτι του πατέρα του, γονυκλινής και με δάκρυα, ικετεύει τον Θεό να τον βοηθήσει να νικήσει τον Διάβολο. Είναι νύχτα, όταν φτάνει στο αρχοντικό του πατέρα του. Προσεύχεται όλη τη νύχτα. Ξημερώνει και η τελική μάχη αρχίζει.
Ντυμένος με τα ρακένδυτα ενδύματα του μοναχού, σκελετωμένος και κατάχλωμος, ο Άγιος χτυπά την πόρτα του σπιτιού, παριστάνοντας τον ζητιάνο. Ζητάει από τον υπηρέτη να τον αφήσει να μείνει στο προαύλιο. Ο υπηρέτης τον διώχνει. Επιμένει, ικετεύοντας να μείνει. Λίγο αργότερα, βλέπει τον πατέρα του να βγαίνει από το σπίτι. Δακρύζει σιωπηλά, ευχαριστεί τον Θεό και, πλησιάζοντας τον πατέρα του, ικετεύει για λίγη ευσπλαχνία. «Άφησε με, σε παρακαλώ, να μείνω στο προαύλιο», του λέει. Η εμφάνιση του προκαλεί τον οίκτο του πατέρα του, ο οποίος συγκινείται και του επιτρέπει να μείνει. Εκείνη την ημέρα, μια καλύβα χτίζεται για τον «άγνωστο ζητιάνο», η οποία θα γίνει το πεδίο της τελικής μάχης του Ιωάννη με τον Διάβολο.
Στην καλύβα αυτή, ο Ιωάννης ζει για τρία χρόνια, σε σκληρή άσκηση, αγρυπνώντας και προσευχόμενος συνεχώς. Νηστεύει αυστηρά, και την τροφή που του δίνουν άφθονη, τη μοιράζει στους φτωχούς και στους δούλους. Καταπονεί το σώμα, ενώ θεώνει την ψυχή. Η μητέρα του φοβάται την άγρια όψη του και δεν τον πλησιάζει. Ο Διάβολος, βλέποντας την ταπείνωση και την υπομονή του, τον προκαλεί να αποκαλυφθεί στους γονείς του, αλλά ο Άγιος αντιστέκεται, υπομένοντας ακλόνητος, ως ο άγνωστος ζητιάνος.
Ο Κύριος, παρακολουθώντας τον πολύμοχθο αγώνα του Ιωάννη, του εμφανίζεται σε όνειρο, επαινώντας τον για την αυταπάρνηση, την υπομονή, την ταπείνωση και την περίτρανη νίκη του κατά του Διαβόλου. Του ανακοινώνει, επίσης, ότι σε τρεις ημέρες θα αναχωρήσει από αυτήν τη ζωή, για να βρεθεί κοντά Του, συναγαλλόμενος με τους Αγγέλους και τους Αγίους.
Ξυπνώντας, ο Ιωάννης υμνεί και ευχαριστεί τον Κύριο, παρακαλώντας Τον να συγχωρέσει τις αμαρτίες των γονέων του. Καλεί, στη συνέχεια, τον υπηρέτη και του ζητάει να ειδοποιήσει τη μητέρα του ότι επιθυμεί να τη δει. Η μητέρα του, φοβισμένη από την άγρια όψη του «ζητιάνου», αρνείται. Ο Ιωάννης, επιμένοντας, της ανακοινώνει ότι σε τρεις ημέρες θα πεθάνει και της ζητάει ξανά να πάει κοντά του. Η μητέρα του, ανήσυχη, φοβούμενη μήπως πάθει κάτι, στέλνει τον υπηρέτη να τον φέρει στο σπίτι.
Ο Άγιος, μεταφερόμενος στο σπίτι, ευχαριστεί τον Κύριο για την ευσπλαχνία και την αγάπη της μητέρας του, ενώ της υπόσχεται ότι ο Χριστός θα την ανταμείψει. Της ζητάει, επίσης, να εκπληρώσει μια τελευταία επιθυμία του, ορκίζοντας την ότι θα την τηρήσει. «Να μην αλλάξετε τα ενδύματα μου κατά την ταφή μου και να με θάψετε στην καλύβα, στο πεδίο της μάχης και της νίκης μου με τον Διάβολο». Στη συνέχεια, της προσφέρει το χρυσοκατασκευασμένο Ευαγγέλιο, ως δώρο και επιστρέφει στην καλύβα.
Η μητέρα του, αναγνωρίζοντας το Ευαγγέλιο που είχε χαρίσει στον γιό της, τρέχει στον σύζυγο της και του το δείχνει. Συγκλονισμένοι, σπεύδουν στην καλύβα του «ζητιάνου», για να μάθουν περισσότερα.
Εκεί, ο Άγιος αποκαλύπτει την ταυτότητα του: «Εγώ είμαι ο γιος σας Ιωάννης. Το Ευαγγέλιο αυτό είναι η απόδειξη». Στη συνέχεια, τους διηγείται όλα όσα πέρασε, από την ημέρα που έφυγε από το σπίτι, μέχρι και τη στιγμή που βρίσκονται μπροστά του. Οι γονείς του, συγκλονισμένοι, θρηνούν για τον «χαμό» του. Ο Άγιος, παρηγορώντας τους, τους δίνει τις τελευταίες του συμβουλές, ευχαριστεί τον Θεό για τη νίκη του κατά του Διαβόλου και, στις 15 Ιανουαρίου, παραδίδει την ψυχή του στον Κύριο.
Η μητέρα του, ξεχνώντας την υπόσχεση που του είχε δώσει, τον ντύνει με περίλαμπρα ενδύματα. Αμέσως, σεισμός συγκλονίζει την πόλη και μια φωνή ακούγεται, προστάζοντας τη να ντύσει τον Άγιο με τα ρακένδυτα του. Η μητέρα του παραλύει από τον φόβο της, ενώ ο πατέρας της, θυμούμενος την επιθυμία του γιου τους, τον ντύνει όπως της είχε ζητήσει. Η μητέρα του θεραπεύεται και ο Άγιος θαυματουργεί. Το σώμα του ενταφιάζεται στην καλύβα, παρουσία του Πατριάρχη, του κλήρου και πλήθους λαού. Στη θέση της καλύβας, οι γονείς του ανεγείρουν ναό και μοιράζουν την περιουσία τους στους φτωχούς. Αργότερα, πεθαίνουν και οι δυο ειρηνικά, για να συναντήσουν τον αγαπημένο τους γιό στον Παράδεισο.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Καλυβίτης, με τη ζωή και την πορεία του, μας διδάσκει την αξία της υπομονής, της ταπείνωσης και της υπακοής στο θέλημα του Θεού.
Εορτή του Αγίου Ιωάννου του Καλυβίτου
Τη μνήμη του Αγίου Ιωάννου του Καλυβίτου τιμούμε στις 15 Ιανουαρίου.
Απολυτίκιο του Αγίου Ιωάννου του Καλυβίτου
Εκ βρέφους τον Κύριον, επιποθήσας θερμώς, τον κόσμον κατέλιπες, και τα εν κόσμω τερπνά, και ήσκησας άριστα· έπηξας την καλύβην, προ πυλών σων γονέων· έθραυσας των δαιμόνων, τας ενέδρας παμμάκαρ· διό σε Ιωάννη ο Χριστός, αξίως εδόξασεν.